Μπορεί να δημιουργήσει ανοχή η Κανναβιδίολη (CBD);

Μπορεί να δημιουργήσει ανοχή η Κανναβιδίολη (CBD);

Πολλοί άνθρωποι που λαμβάνουν κανναβιδιόλη πιστεύουν ότι η λήψη μιας τακτικής, επαναλαμβανόμενης δόσης είναι το κλειδί για την επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων. Ωστόσο, το κύριο συστατικό του η Κανναβιδιόλη (CBD) μπορεί να εγείρει μερικές ερωτήσεις για αυτούς που το χρησιμοποιούν για πρώτη φορά.

Μία από τις ανησυχίες των καταναλωτών είναι η επαναλαμβανόμενη χρήση εάν οδηγεί σε ανάπτυξη ανοχής στο CBD και επομένως στην ανάγκη κατανάλωσης ολοένα και μεγαλύτερων ποσοτήτων για την επίτευξη των ίδιων αποτελεσμάτων. Στο άρθρο που ακολουθεί εξετάζουμε προσεκτικά κατά πόσο είναι δυνατό να αναπτυχθεί ανοχή στο CBD.

Κατανόηση της ανάπτυξης ανοχής στα κανναβινοειδή
Σε ορισμένα κανναβινοειδή όπως στο THC είναι πιθανό να αναπτυχθεί ανοχή. Είναι γνωστό ότι το THC είναι η κύρια ψυχοτρόπος ένωση στην κάνναβη και επιδρά μέσω της σύνδεσης της με τους υποδοχείς CB1. Αυτοί οι υποδοχείς λειτουργούν σαν μικρές κλειδαριές που έχουν σχεδιαστεί για να ανοίγουν με συγκεκριμένα ενδοκανναβινοειδή, όπως η ανανδαμίδη και η 2-AG. Ωστόσο, μερικά φυτικά κανναβινοειδή με παρόμοια δομή (όπως το THC) μπορούν επίσης να συνδεθούν απευθείας με αυτούς τους υποδοχείς.
Όταν το THC συνδέεται με αυτούς τους υποδοχείς, μπορεί να μιμηθεί τα ενδοκανναβινοειδή και να προκαλέσει μια μείωση του ρυθμού λειτουργίας του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος (ECS), ώστε να αποφευχθεί η υπερδραστηριότητα. Έπειτα, το ECS μειώνει τη δραστηριότητά του παράγοντας λιγότερα ενδοκανναβινοειδή και λιγότερους υποδοχείς ενδοκανναβινοειδών.
Οι άνθρωποι που καταναλώνουν τακτικά αυτά τα κανναβινοειδή μπορεί να διαπιστώσουν ότι χρειάζονται όλο και μεγαλύτερες δόσεις για να εξασφαλίζουν τα ίδια αποτελέσματα. Αυτό μπορεί επίσης να επηρεάσει την ικανότητα του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος να μαθαίνει και να προσαρμόζεται σε παράγοντες, όπως το άγχος, καθώς έχει γίνει υπερβολικά εξαρτημένο από το THC. (Bergamaschi,et.al., 2011).

Μπορεί να αναπτυχθεί ανοχή με τη Κανναβιδιόλη (CBD);
Η κανναβιδιόλη είναι πολύ διαφορετικό από τα άλλα κανναβινοειδή, αλλά ακόμη απέχουμε αρκετά από την πλήρη κατανόηση αυτής της ένωσης και των επιδράσεων της στο σώμα. Αυτό που γνωρίζουμε, ωστόσο, είναι ότι δεν συνδέεται με τους υποδοχείς κανναβινοειδών με τον ίδιο τρόπο όπως το THC. Αντιθέτως, δρα μέσω πολλών άλλων χημικών οδών. Μερικές πηγές υποστηρίζουν ότι το CBD μπορεί να ενεργοποιήσει πάνω από 60 διαφορετικές μοριακές οδούς στο σώμα.
Μέχρι στιγμής, οι μελέτες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να επηρεάσει τους υποδοχείς σεροτονίνης, τους βανιλλοειδείς υποδοχείς, τους υποδοχείς GABA, τους υποδοχείς γάμμα και πολλούς άλλους. Άλλες μελέτες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να αναστείλει μια διαδικασία γνωστή ως "επαναπρόσληψη" και έτσι να αυξήσει προσωρινά την ποσότητα ορισμένων χημικών ουσιών στον εγκέφαλο, όπως η σεροτονίνη και η ανανδαμίδη.
Ενώ το CBD δεν συνδέεται με υποδοχείς ενδοκανναβινοειδών, εξακολουθεί να μπορεί να αλληλεπιδρά με αυτούς έμμεσα. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει ως αντίστροφος αγωνιστής των υποδοχέων CB1. Παρόλ' αυτά, μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία έρευνα που να έχει οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι χρήστες μπορούν να αναπτύξουν ανοχή στο CBD. Αντιθέτως, θεωρείται μια ασφαλής, μη τοξική ένωση που γίνεται πολύ καλά ανεκτή από τους χρήστες. Σύμφωνα με μια μελέτη , ανέφερε ότι οι δοκιμές σε ανθρώπους, με χορήγηση διαφόρων δοσολογιών του CBD, δεν προκάλεσαν παρενέργειες, αλλά ούτε και παρατηρήθηκε η ανάπτυξη ανοχής. (Bergamaschi,et.al., 2011).

Αντίστροφη ανοχή
Αντιθέτως μερικές έρευνες δείχνουν ότι το CBD μπορεί να προκαλέσει την αντίστροφη διαδικασία της ανάπτυξης αντοχής. Σε αντίθεση με το THC, που αντικαθιστά τον ρόλο των ενδοκανναβινοειδών και μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη λειτουργία του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος, το CBD μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ενδοκανναβινοειδών (π.χ. παρεμποδίζοντας την διαδικασία επαναπρόσληψης). Ως εκ τούτου, με την πάροδο του χρόνου, οι χρήστες μπορεί να διαπιστώσουν ότι χρειάζονται χαμηλότερες δόσεις CBD για εξασφαλίσουν τα ίδια αποτελέσματα. Φυσικά όλα αυτά υποστηρίζονται ακόμα μόνο σε θεωρητικό επίπεδο.
Απαιτείται ακόμη περισσότερη έρευνα για να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε να κάνουμε συγκεκριμένες δηλώσεις σχετικά με το CBD και το πώς ακριβώς λειτουργεί μέσα στο σώμα. Ωστόσο, οι διαθέσιμες έρευνες δείχνουν ότι το CBD δεν οδηγεί στην ανάπτυξη ανοχής όπως μπορεί να συμβεί στην περίπτωση άλλων κανναβινοειδών. (Kazuhide, 2010).

 

Βιβλιογραφία – Πηγές
Bergamaschi Mateus Machado, Queiroz Regina Helena Costa, José Alexandre S. Crippa, and Antonio Waldo Zuardi. Safety and Side Effects of Cannabidiol, a Cannabis sativa Constituent, Current Drug Safety, 2011.

Kazuhide Hayakawa Kenichi Mishima Michihiro Fujiwara. Therapeutic Potential of Non-Psychotropic Cannabidiol in Ischemic Stroke.,8 July 2010.